Tuesday 24 February 2009

Το τελευταίο φύλλο του Ασμοδαίου

Ο Θεοτούμπης παραιτήται του Ασμοδαίου, πιθανώς δε και ο Ασμοδαίος της δημοσιότητος επί τινά καιρόν· πράττει δε τούτο κατά καθήκον, πεισθείς ότι τας ιδέας του περί διαθέσεως του προϋπολογισμού της Ελλάδος υπέρ της Ελλάδος αδύνατον είναι να συμμερισθή η πλειονοψηφία του ευγενούς κοινού και της γενναίας φρουράς.

Η πεποίθησις αυτή ήστραψεν εις τους οφθαλμούς ημών ακαταμάχητος και φοβερά προχθές εν τω θεάτρω του Απόλλωνος, ενώ περιηρχόμεθα δια των διόπτρων τα θρανία του κήπου βρίθοντος, ένεκα της αργίας του Φαλήρου, γνωρίμων προσώπων. Αλλά μεταξύ εκατό τοιούτων ουδέ είκοσιν υπήρχον μη υπηρετούνται την πατρίδα δια του ξίφους ή του καλάμου επί δικαία αμοιβή.

Η αναλογία αυτή υπηγόρευσεν ημίν την ακόλουθον, ορθήν νομίζομεν, σκέψιν: “Ο πολύς πληθυσμός της Ελλάδος συνίσταται εκ πεντήκοντα χιλιάδων ανθρώπων γνωριζόντων ανάγνωσιν και ορθογροφίαν και τρεφομένων υπό ενός εκατομμυρίου αγράμματων φορολογούμενων. Αλλ' ούτε οι αγράμματοι δύνανται ν' αναγνώσωσι τον υπέρ αυτών συνηγορούντα Ασμοδαίον, ούτε παρά των εν πρυτανείω τρεφομένων αναγνωστών του δύναται ούτος να ελπίση, ότι χάριν αυτού και της πατρίδος θέλουσιν ανταλλάξει αντί ποδεάς μαγείρου ή βελόνης υποδηματοποιού το ευγενές επάγγελμα του κοσμείν τας στήλας του προϋπολογισμού. Ο κ. Ζαϊμης έχει λοιπόν πληρέστατα δίκαιον αποφαινόμενος, ότι άσκοπος είναι ο Ασμοδαίος, ο απαιτόν παρ' αυτού και των συμμάχων του ν' αφίνωσι ψιχία τινά και υπέρ της πατρίδος της εν ιδρώτι τρεφούσης την αγέλην δασοφυλάκων, καθηγητών, βαθμοφόρων, συνταξιούχων, υποτρόων, γραφέων, και άλλων στύλων της πλειονοψηφίας.”

Εν πάση λοιπόν ταπεινότητι ομολογούμεν ότι τότε μόνον ο άσκοπος σήμερον Ασμοδαίος δύναται να έχη πρακτικόν τινά σκοπόν, όταν δυνηθή να στρατολογήση αναγνώστας μεταξύ της τάξεως, υπέρ ης συνηγορεί, αντί εκείνης, αφ' ης αναγινώσκεται. Αλλά κατά του τοιούτου κινδύνου ασφαλή έλαβον μέτρα οι συντάκται του προϋπολογισμού, εν ευτώ υπέρ της ανωτέρας εκπαιδεύσεως, ήτοι του φυτωρίου, εξ ου στρατολογείται ο ιερός λόχος των κηφήνων, αφιέρωσαν αν και ήμισυ εκατομμύριον, δια δε τους παίδας του γεωργού, εξ ασιχύνης να μην αφήσωσι τίποτε, αφήκαν δραχμάς εκατόν πεντήκοντα χιλιάδας!

Μη τις νομίσει ότι προς κατηγορίαν των πολιτευομένων ανεγράψαμεν τους ανωτέρω δύο αριθμούς. Απεναντίας προθύμως αναγνωρίζομεν, ότι φρονίμως και συνετώς πολιτεύονται, μη επιτρέποντες να μανθάνη γράμματα πας μη κηφήν. Εν τη Δύσει άμα ηδυνυθή ν' αναγνώση λαός το Ευαγγέλιον, ευθύς απελάκτισε τον πάπαν και εν τη πρώτη ορμή της αγανακτήσεώς του έκαψε τα μοναστήρια και εκρέμασε τους ιερείς. Ομοία τις επίκειται και παρ' ημίν διαμαρτύρησις,άμα, πλην των μυρίων φορολογούντων, δυνηθώσι και οι εκατοντακισμύριοι φορολογούμενοι ν' αναγνώσωσι της Ελλάδος τον προϋπολογισμόν.

Εκ της αναγνώσεως ταύτης ήθελον διαδεχθή μεταξύ των άλλων ότι, ενώ κατ' αναλογίαν των άλλων εθνών έπρεπε να αρκεί εν ήμισυ εκατομμύριον προς είσπραξιν των φόρων, εξοδεύονται τέσσαρα προς τούτο παρ' ημίν· ότι άνευ στόλου ή στρατού καταβαλλονται περί τα πέντε εις μισθούς χερσαίων και θαλασσίων, εν ενεργεία, διαθεσιμότητι ή συντάξει βαθμοφόρων, μετά δε την τελευταίαν κατά της στηλιτικής σπατάλης εξέγερσιν, αντί της ελπιζόμενης ελαττώσεως ηυξήθη κατά εκατόν είκοσι χιλιάδας δραχμών το ετήσιον έξοδον προς συντήρησιν επωμίδων.

Οι απελπισμένοι αναθέτουσιν εις τον θάνατον τας ελπίδας. Ούτω και το ταμείο ημών ήλπιζεν εξ αυτού βαθμιαίαν ελάφρωσιν του πιέζοντος αυτό άχθους. Αλλά, κατά παράδοξον αντίφασιν, εφ' όσον αποθνήσκουσι πολλάκις επί της ψιάθης οι συνταξιούχοι του μεγάλου αγώνος επί τοσούτω αυξάνουσι αι ήδη διαπλασιασθείσαι συντάξεις. Οι όνυχες της αρπακτικής αγέλης είναι παρ' ημίν οξύτερη ή το δρέπανον του θανάτου.

Αγαπώντες προ παντός άλλου τη δικαιοσύνην, δεν λέγομεν ότι εις την τοιαύτην κατάστασιν αρέσκονται πάντες ανεξαιρέτως οι βουλευταί και κομματάρχαι· αλλά τούτο μόνον: ότι τινές εξ αυτών την εδημιούργησαν εκ φιλαρχίας, σήμερον δε πάντες αυτήν υφίστανται εξ ανάγκης. Οι τε φαύλοι και οι αγαθοί πράττουσι παρ' ημίν τα αυτά, η μόνη δε μεταξύ αυτών διαφορά συνίσταται εις το ότι οι μεν τα πράττουσι μετά χαράς, οι δε άνευ χαράς.

Η θέσις των παρ' ημίν πολιτευομένων πολύ ομοιάζει την των αυτοκρατόρων της βυζαντινής Ρώμης, οίτινες προς κατάληψιν του θρόνου συνεμάχουν μετά Φράγκων, Τούρκων και Βουλγάρων, εις ους αυτοί τε και οι υπήκοοι αυτών επλήρωνον έπειτα λύτρα. Απαραλλάκτως και οι ημέτεροι φατριάρχαι, προς σχηματισμός ή ενίσχυσιν κόμματος, εστρατολόγουν εκ των τριόδων μισθοφόρους, ους επλήρονον δια δημοσίων χρημάτων, ήτοι δια θέσεων περιττών. Των τοιούτων μισθοφόρων επί τοσούτων επολυπλασιάσθη προϊόντος του χρόνου ο αριθμός και το θράσος, ώστε κατέστησαν σήμερον η μόνη αξιόμαχος δύναμις της Ελλάδος, προ της οποίας και βασιλεία και κυβέρνησις και βουλή και ολόκληρο το έθνος κύπτει το γόνυ μετά τρόμου.

Εσφαλμένως νομίζομεν, παρωμοίασαν τινές τους ημετέρους κομματάρχας προς αρχηγούς ληστικών συμμορίων. Το πταίσμα αυτών είναι ότι εδημιούργησαν τας συμμορίας, σήμερον όμως αντί να είναι αρχηγοί αυτων, κατήντησαν απλοί μεσίται, δια των οποίων αι συμμορία αύται διαπραγματεύονται προς το έθνος τα λύτρα, ανθ' ων συγκατανεύουσιν να παραχωρήσωσιν αυτώ ασφάλεια ζωής και περιουσίας. Τα λύτρα ταύτα καλούνται κατ' ευφημισμόν προϋπολογισμός. Απόδειξις όμως του αληθούς αυτών χαρακτήρος είναι η δουλική ευπείθεια, μεθ' ης ολόκληρος η Βουλή, σιγώσης της αντιπολιτεύσεως, σπεύδει να τα καταβάλη άνευ συζητήσεως εις τον εισπράκτορα της κατισχυούσης συμμορίας, καλώς γνωρίζουσα ότι πάσα αντίστασις ή απόπειρα ελαττώσεως αυτών έθελε τιμωρηθή δι' αναστατώσεως την επιούσαν.

Το δε όντως λυπηρόν είναι ότι και οι υποτασσόμενοι εις πάσαν ταπείνωσιν και κακουχίαν, στέργοντες να μένωμεν άοπλοι και εις πάσαν ύβριν εκτεθειμένοι, πάλιν δεν κατορθούμεν να πληρόνωμεν ολοσχερώς τα κατ' έτος εξογκούμενα ημών λύτρα, αναγκαζόμενοι να δανειζώμεθα ακαταπαύστως, και ίσως μετ' ου πολύ να παραστήσωμεν το πρωτοφανές εν τη ιστοράία έθνους χρεωκοπούντος άνευ παρασκευών, άνευ πολέμου, άνευ επαναστάσεως ή άλλης τινός εκ των μέχρι τούδε γνωστών προφάσεων χρεωκοπίας. Τούτο πάντες βλέπομεν, η δε επιστήμη το κυρήττει δια του στόματος του κ. Σούτζου, υποδεικνύοντος τας οικονομίας ως την μόνην σωτηρίας οδόν. Προς ταύτην όμως ουδείς πολιτευόμενος τολμά να τραπη, ουχί εξ ελλείψεως πατριωτισμού, αλλά διότι καλώς γνωρίζει ότι αδύνατον είναι να προχωρήση επ' αυτής, χωρίς να προσκρούση ανά παν βήμα εις συμφέροντα προσωπικά, άτινα θέλουσιν ορθωθή κατ' αυτού ως έχιδναι φαρμακεραί, των οποίων επατήθη η ουρά.

Κατά του συνασπισμού των τοιούτων συμφερόντων επεχείρησε ν' αντιταχθή ο κ. Τρικούπης, υψώσας την σημαίαν των αρχών απέναντι της των προσώπων. Εις την απόπειραν ταύτην επεκροτήσαμεν ημείς εξ' όλης καρδίας, ακολουθούντες παν βήμα αυτού μετά παλμών ελπίδος. Ταχέως όμως εννοήσαμεν πόσον επί του παρόντος άνισος και άπελπις είναι ο αγών αυτού προς αντιπάλους, οίτινες αντί να παρίστανται εν τη βουλή ως υπέρμαχοι αφηρημένων αρχών, ήσαν πρακτικοί άνθρωποι αντιπροσωπεύοντες κόμμα πραγματικόν και επιφορτισμένοι να διαπραγματεύθωσι και εισπράξωσιν εν ονόματι αυτού τα ετήσια λύτρα της Ελλάδος.

Εις την ανάπτυξην αυτήν του τι εννοούμεν δια της λέξεως αγέλη, προέβημεν, αποχαιρετώντες σήμερον την δημοσιογραφίαν, διότι, παρεξηγούντες τινες ημάς, υπέθεσαν ότι το όνομα τούτο αποδίδομεν εις αυτήν την βουλήν, ενώ αύτη, ως και πάσα η Ελλάς ουδέν άλλο είναι, ειμή θαλαμηπόλος και εκ φόβου τροφοδότις της νεμομένης τον τόπον παντοδυνάμου αγέλης.

Κατά ταύτης μονης εκήρυξε πόλεμον ο Ασμοδαίος και ήλπιζεν εν τη απλότητι της καρδίας του, ότι ρίπτων ακαταπαύστως μυίας εις το πινάκιον, όπερ παραθέτει το έθνος εις τους Πύρλας, Τζιβανόπουλους, Δαραλέξας, Θεοδώρους, Παγκράτας και Γαρδελίνους, ήθελε κατορθώσει ν' αηδιάσωσι το φαγητόν. Αλλ' οι κύριοι αυτοί δεν είναι σικχασιάρηδες.

Παραιτούμενοι σήμερον ανωφελούς αγώνος παρηγορούμεθα δια της εξής σκέψεως, ότι πάντα ανεξαιρέτως τα έθνη κατά περίοδον τινά του βίου των υπέστησαν αισχρόν τινά ζυγόν. Κατά τον δέκατον πέμπτον αιώνα εδέσποζον εν Ισπανία οι Ιεροεξετασταί, κατά τον δέκατον έκτον οι δολοφόνοι εν Ιταλία και κατά τον δέκατον όγδοον εν Γαλλία αι πόρναι. Ούτω και παρ' ημίν σήμερον οι βδέλαι του προϋπολογισμού.

Παράδοξον θέλει φανή εις πολλούς, αλλ' εν τούτοις είναι αληθές, και το εξής, ότι οι απαρτίζοντες την φθοροποιόν ταύτην αγέλην δεν είναι, ως επί το πολύ, κακοί άνθρωποι. Οι εις την Αφρικήν περιηγηταί περιγράφουσι φυλάς τινάς ανθρωποφάγων, οίτινες είναι κατά τα άλλα τίμιοι, ήμεροι, φιλόξενοι και περιποιητικοί, μόνον ελάττωμα έχοντες την κακήν συνήθειαν να τρώγωσιν ανθρώπινον κρέας, ως οι ημέτεροι κηφήνες να ροφώσι τον ιδρώτα του λαού.

Σπογγίζων τον κάλαμον, ευχαριστεί ο Ασμοδαίος τους ευμενείς αναγνώστας του δια την όντως σπανίαν εν Ελλάδι προθυμίαν, μεθ' ης υπεδέχθησαν αυτόν, τους δε καλούς συντάκτας της Εφημερίδος, της Στοάς, της Ημέρας και του Νεολόγου, ότι υπεστήριξαν πολλάκις αυτόν εις τον αγώνα κατά των αγελαίων. Αληθές είναι ότι εφ' ετέρου ο τύπος της αγέλης τον ωνόμασεν εν συναυλία ασεβή, άπατριν, χριστόμαχον, προδότην, φατριαστήν και κακοήθη. Ταύτα πάντα ανεγιγνώσκομεν γελώντες, αλλ' επί τέλους μία των εφημερίδων τούτων, αποκαλέσασα τον Ασμοδαιόν συνάδελφον, εύρε το τρωτόν του θώρακός του και ηνάγκασεν αυτον να ρίψη τον κάλαμον ανακράζων “Απόστρεψον, Κύριε, απ' εμού το ποτήριον τούτο”.

Σκαλαθύρματα σελ. 100-105

Αυτός ο άνθρωπος είναι ό,τι καλύτερο έχει βγάλει η νεότερη Ελλάδα από την Ελληνική Νομαρχία και μετά. Δύο γραμμές του Ροϊδη αξίζουνε σε ενάργεια, κριτική και σάτιρα όσο όλοι οι τόμοι που έχουνε γραφτεί τα τελευταία 100 έτη. Είναι τρομακτικό πως αυτά που έλεγε πριν 150 έτη είναι ακόμα και σήμερα τόσο επίκαιρα. Ένας τέτοιος δεν υπάρχει σήμερα;

5 comments:

ria said...

θα τον αφήνανε να επιβιώσει έναν σύγχρονον ροϊδη?
μάλλον όχι!

Γιώτα Παπαδημακοπούλου said...

Θα συμφωνήσω με την προλαλήσασα...

Panos Konstantinidis said...

Πιθανώς όχι, αλλά θα ήτανε ωραίο να υπήρχε κάποιος με το ύφος του Ροϊδη. Μόνο και μόνο για να τον διαβάζουμε.

ε said...

Παράδοξον θέλει φανή εις πολλούς, αλλ' εν τούτοις είναι αληθές, και το εξής, ότι οι απαρτίζοντες την φθοροποιόν ταύτην αγέλην δεν είναι, ως επί το πολύ, κακοί άνθρωποι. Οι εις την Αφρικήν περιηγηταί περιγράφουσι φυλάς τινάς ανθρωποφάγων, οίτινες είναι κατά τα άλλα τίμιοι, ήμεροι, φιλόξενοι και περιποιητικοί, μόνον ελάττωμα έχοντες την κακήν συνήθειαν να τρώγωσιν ανθρώπινον κρέας, ως οι ημέτεροι κηφήνες να ροφώσι τον ιδρώτα του λαού.


Εδώ γέλασα. Το άσχημο όμως είναι πως από τότε τίποτα δεν έχει αλλάξει...

Panos Konstantinidis said...

Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα, ότι δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα. Δεν υπάρχει ελπίδα γι' αυτόν τον τόπο...